Δελτίο Τύπου
Στην έκθεση ελέγχου του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης για την εκδήλωση των πλημμυρικών φαινομένων την 15-16 Νοεμβρίου 2017 στην Δυτική Αττική, μας ενημέρωσαν ότι λήφθηκαν υπόψη οι διαπιστώσεις της ημερίδας που διοργάνωσε ο ΠΣΔΑΤΜ για το θέμα αυτό, με τίτλο «Οριοθέτηση και Προστασία Ρεμάτων (Η περίπτωση της Μάνδρας)» την Τετάρτη 24 Ιανουαρίου 2018 στην αίθουσα εκδηλώσεων του ΤΕΕ.
Πιστεύουμε ότι η συμβολή των φορέων που εκπροσωπούν τον τεχνικό κόσμο είναι σημαντική και για τον λόγο αυτό ο ΠΣΔΑΤΜ θα συνεχίσει με όποιο τρόπο μπορεί, να συμβάλει στην αναβάθμιση της τεχνικής στην κατεύθυνση εξυπηρέτησης της κοινωνίας και της χώρας με την διοργάνωση αντίστοιχων ημερίδων για τεχνικά θέματα που απασχολούν τον τεχνικό κόσμο. Με τον τρόπο αυτό θεωρούμε ότι μπορεί να ανοίξει ένας γόνιμος διάλογος με την διοίκηση του κράτους σε όλες τις βαθμίδες.
Θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε ξανά τους συντελεστές της ημερίδας «Οριοθέτηση και Προστασία Ρεμάτων (Η περίπτωση της Μάνδρας)» και καλούμε όλους τους συναδέλφους να συμμετέχουν ενεργά σε αντίστοιχες πρωτοβουλίες του ΠΣΔΑΤΜ.
Η σχετική αναφορά:
«ii. Διαπιστώσεις ημερίδας ΠΣΔΑΤΜ για το πλημμυρικό φαινόμενο της 15ης/11/2017
Κατόπιν μελέτης όλων των διατιθέμενων στοιχείων (Μελέτη εκτροπής ρέματος Αγ. Αικατερίνης και διευθέτησης ρέματος Σούρες, Σχέδιο Διαχείρισης Κινδύνων Πλημμύρας των Λεκανών Απορροής των Υδατικών Διαμερισμάτων Αττικής, Πορίσματα επιστημονικής ημερίδας της 15ης/11/2017 που διοργάνωσε ο Πανελλήνιος Σύλλογος ΑΤΜ στη Τ.Ε.Ε., ιστορικά δεδομένα πλημμύρας στην περιοχή κλπ) αξιολογείται:
1) Ως μείζων λόγος των αιτιών, το πρωτοφανές (από άποψη κρίσιμων μεγεθών δηλαδή max παροχής, περιόδου επαναφοράς και χρόνου συγκέντρωσης της πλημμυρικής αιχμής) φαινόμενο της πλημμύρας που επισυνέβη την 15η/11/2017 στη Μάνδρα, συνοδευομένου από τεράστιο όγκο φερτών με συνέπεια τις καταστροφικές επιπτώσεις σε θύματα και υλικές ζημιές (ακόμη και αν είχαν υλοποιηθεί τα προβλεπόμενα αντιπλημμυρικά έργα, αυτά δεν θα λειτουργούσαν και λόγω της υπέρβασης της παροχής σχεδιασμού και του μεγάλου όγκου φερτών υλικών).
Δευτερεύοντως αξιολογείται:
2) Οι μη ορθολογικές επεκτάσεις και αναθεωρήσεις του αρχικού σχεδίου πόλεως της Μάνδρας (με τρόπο που ενώ αρχικά τα δύο ρέματα διέρχοντο περιφερειακά εκτός του οικισμού, αργότερα ευρίσκοντο και ενσωματώθηκαν εντός αυτού), χωρίς να υπάρχει συνεργασία πολεοδομικών και αντιπλημμυρικών μελετών, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά και ο καθηγητής ΕΜΠ Γ. Τσακίρης, ήταν δυσμενής παράγων στην κατάκλυση της πλημμύρας στην ευρύτερη περιοχή του οικισμού, λαμβανομένου όμως υπόψη ότι η αντίστοιχη περίοδος επαναφοράς του φαινομένου υπερέβαινε τα 100 έτη.
3) Η μερική κατάληψη αφενός της κοίτης του ρέματος Σούρες από αυθαίρετες κατασκευές (Δημοτικές και ιδιωτικές), ιδιαίτερα στην περιοχή των εργοστασίων Βακόντιου και μέχρι πριν την συμβολή με το διευθετημένο τμήμα του ρέματος Σούρες, αφετέρου της κοίτης του ρέματος Αγ. Αικατερίνης σε περιοχές πρόσφατης επέκτασης του σχεδίου στο βόρειο ανατολικό μέρος του οικισμού, συνέβαλαν στην επέκταση του πλημμυρικού φαινομένου σε πιο εκτεταμένη περιοχή.
4) Η μη υλοποίηση των προβλεπόμενων αντιπλημμυρικών έργων, αξιολογείται ότι είχε περιορισμένη σημασία στην αποφυγή των δυσμενών επιπτώσεων τέτοιου μεγέθους πλημμύρας. Ενδεχομένως να ήταν μικρότερες οι επιπτώσεις στο επίπεδο των υλικών ζημιών, όμως η μείωση της παροχευτικότητας και η μερική κατάληψη της κοίτης των ρεμάτων από τον τεράστιο όγκο φερτών υλικών θα ήταν αναπόφευκτη (δηλαδή ταχύτατα τα έργα θα ετίθεντο εκτός λειτουργίας).
- Στα συμπεράσματα της σχετικής ημερίδας που έγινε στο Τ.Ε.Ε. την 24/1/2018 από τον Πανελλήνιο Σύλλογο Αγρονόμων Τοπογράφων Μηχανικών (ΠΣΔΑΤΜ) για τις πλημμύρες της Μάνδρας, αναφέρονται:
- Εισήγηση Θεοδοσόπουλου Δημητρίου ΑΤΜ ΕΜΠ
«… Συμπερασματικά, η πλημμύρα στην Μάνδρα ήταν ένα ακραίο γεγονός περιόδου επαναφοράς πάνω από 100 χρόνια ανά κρίσιμο μέγεθος στο οποίο οφείλονται και οι πολλοί θάνατοι είναι ο μικρός χρόνος συγκέντρωσης του ρέματος Αγ. Αικατερίνης που είναι μόλις 2 ώρες, με αποτέλεσμα τις πολύ υψηλές παροχές ήδη από την πρώτη ώρα του γεγονότος. Η ύπαρξη των σχεδιαζόμενων αντιπλημμυρικών έργων (που δεν έχουν υλοποιηθεί), θα μπορούσε να μετριάσει τις εντυπώσεις αλλά σίγουρα δεν θα μπορούσε να τις αποτρέψει…»
«Ο μεγαλύτερος αριθμός απώλειας ανθρώπινων ζωών αφορούσε το ανάντι τμήμα του ποταμού Σούρες»
- Εισήγηση καθηγητού ΕΜΠ Γ. Τσακίρη
«i. Το γεγονός της Μάνδρας
Πυρήνας της καταιγίδας 5-9 το πρωί, με μεγάλη ραγδαιότητα κατά διαστήματα ως έντονα διακοπτόμενα φαινόμενα καταιγίδας για 7-8 ώρες.
- ii. Η καταιγίδα
- Συνολικό ύψος βροχής: περί τα 200mm (Στοιχεία Ινστιτούτο Ερευνών Περιβάλλοντος του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών – ΕΑΑ)
- Για τα δύο 2ωρα της καταιγίδας εκτιμήθηκε ένταση ε.β. 50 mm/h και 20 mm/h αντιστοίχως.
- Χρόνος συγκέντρωσης πλημμυρικής παροχής στη Λεκάνη του ρέματος Αγ. Αικατερίνης 2h
iii. Πλημμυρική απορροή (είσοδος Μάνδρας)
max 209m3/s, ενώ στο κρίσιμο διάστημα των δύο (2) ωρών κυμάνθηκε σε εύρος 168-179m3/s
- iv. Οι αστοχίες
- Μη συνεργασία πολεοδομικών και υδραυλικών μελετών
- Η διαχρονική εγκατάλειψη - μη υλοποίησης της μελέτης
- Η μη υπόδειξη του συστήματος «Αγ. Αικατερίνη – Σούρες» για δυνητικό σοβαρό κίνδυνο πλημμύρας (ΓΓΥ: Πρόγραμμα Διαχείρισης Κινδύνου Πλημμύρας).
- Η μη καταγραφή του γεγονότος – μη έγκαιρη προειδοποίηση.
Συνοπτικά, τα συμπεράσματα που εξάγονται από την ανωτέρω εσπερίδα στο ΤΕΕ με θέμα την πλημμύρα της 15ης/11/2017, ήταν τα ακόλουθα:
α. Οι επεκτάσεις και οι Αναθεωρήσεις του Εγκεκριμένου Σχεδίου Πόλεως της Μάνδρας (1986, 1989-1992…), περιόρισαν σημαντικά τις εκτάσεις εκτόνωσης τυχόν πλημμυρικής παροχής από τα 2 Ρέματα και εξ αντιθέτου μεγένθυναν τις καταστροφές εντός του οικισμού
β. Ο μεγαλύτερος αριθμός θυμάτων ήταν στις ανάντι περιοχές του Ρέματος Σούρες (περί τον Αγ. Χαράλαμπο), με επισήμανση ότι λόγω της κλίσης, της υψηλής παροχής και της ταχύτητας συγκέντρωσης, επί της οδού παρεσύροντο από την πρωτοφανή πλημμυρική αιχμή τα πάντα (άνθρωποι, ζώα, οχήματα).
γ. Στην μελέτη εκτροπής του ρέματος Αγ. Αικατερίνης στο ρέμα Σούρες και διευθέτησης του ρέματος Σούρες, ελήφθησαν ως κρίσιμα δεδομένα οι πλημμυρικές παροχές σχεδιασμού 57m3/s και 91m3/s αντίστοιχα και ως περίοδος επαναφοράς Τ=50 έτη.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση η πλημμυρική παροχή υπερέβη ως χρόνο επαναφοράς τα Τ=100 έτη και ως μέγεθος τα 200m3/s.»